ταβεβουΐα

ταβεβουΐα
η, Ν
βλ. ταμπεμπούια.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Look at other dictionaries:

  • ταμπεμπούια — και ταβεβουΐα, η, Ν βοτ. γένος αγγειόσπερμων δικότυλων φυτών που ανήκει στην οικογένεια βιγνονιίδες τής τάξης σωληνανθή και περιλαμβάνει 80 ώς 100 είδη δένδρων ή θάμνων που είναι ιθαγενή τής τροπικής Αμερικής. [ΕΤΥΜΟΛ. < αγγλ. tabebuia <… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”